φλεγέθει

φλεγέθει
φλεγέθω
scorch
pres ind mp 2nd sg
φλεγέθω
scorch
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φλεγέθω — Α (ποιητ. τ.) 1. (μτβ.) καταφλέγω> κατακαίω («πῦρ πόλιν φλεγέθει», Ομ. Ιλ.) 2. (αμτβ.) α) φλέγομαι, καίγομαι («πυρσοί τε φλεγέθουσι», Ομ. Ιλ.) β) (κυριολ. και μτφ.) λάμπω, αστράφτω (α. «κεραυνοῦ τε φλεγέθοντος», Ησίοδ. β. «Διὸς ἵμερος... παντᾶ …   Dictionary of Greek

  • επισεύω — ἐπισεύω (Α) [σεύω] 1. θέτω κάτι σε κίνηση εναντίον κάποιου, διεγείρω, παρορμώ («ἠέ τί μοι καὶ κῆτος ἐπισσεύῃ μέγα δαίμων ἐξ ἁλός», Ομ. Οδ.) 2. στέλνω, κατευθύνω 3. μέσ. ἐπισεύομαι τρέχω βιαστικά προς το μέρος κάποιου («οἱ δ’ εἰς Πανθοΐδην… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”